Ποικιλία Κυδωνίτσα

Η Κυδωνίτσα είναι μία γηγενής ποικιλία της Λακωνίας. Ήταν φυτεμένη συνήθως και με άλλες ποικιλίες, ενώ μόλις την πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα, και αφού αναγνωρίστηκε η αξία της, καλλιεργήθηκε και οινοποιήθηκε μόνη της.  Έπειτα από το επιτυχημένο ντεμπούτο της στην πατρίδα της τη Λακωνία, οι φυτεύσεις επεκτάθηκαν αρχικά σε άλλες περιοχές της Πελοποννήσου και στη συνέχεια σε πιο μακρινά μέρη της Ελλάδας. Σήμερα για παράδειγμα τη συναντάμε ακόμα και στην περιοχή της Πέλλας και στην Κω. Και βέβαια, δεν είναι λίγοι όσοι στοιχηματίζουν, πως το μέλλον της Κυδωνίτσας θα είναι εξίσου λαμπρό με αυτό της Μαλαγουζιάς.

Ως φυτό είναι αρκετά παραγωγικό, ανθεκτικό σε ασθένειες και ωριμάζει σχετικά αργά, μετά τα μέσα του Σεπτεμβρίου. Δίνει κυρίως ξηρούς ήσυχους οίνους και κρασιά με πρασινοκίτρινο χρώμα έντονα αρώματα φρούτων και ορυκτότητας. Το πιο χαρακτηριστικό της άρωμα είναι του ώριμου κυδωνιού, από όπου έχει πάρει και το όνομά της. Έχει στρογγυλό σώμα με μέτριο όγκο, μέτριο αλκοόλ και μέτρια οξύτητα, ή μέτρια + σε ορεινά αμπελοτόπια. Δίνει κρασιά άμεσης κατανάλωσης, με μικρό δυναμικό παλαίωσης. 

Οινοποιείται κατά κανόνα σε ανοξείδωτες δεξαμενές, ώστε να διατηρηθούν τα ποικιλιακά φρουτώδη χαρακτηριστικά, δεν λείπουν βέβαια και οι εξαιρέσεις, όπου παλαιώνει σε μεγάλα ξύλινα βαρέλια (Λίγας). Συνήθως παραμένει σε επαφή με τις οινολάσπες, τεχνική που προσφέρει στα κρασιά όγκο και λιπαρότητα, καθώς και αρωματική πολυπλοκότητα. Δίνει κυρίως μονοποικιλιακούς οίνους, αλλά τη συναντάμε και σε συνδυασμό με το Ασύρτικο, καθώς και με την ποικιλία Μονεμβασιά, επίσης, γηγενή ποικιλία από την περιοχή της Λακωνίας. Οι δυνατότητες της ποικιλίας συνεχώς διερευνώνται και ήδη διακρίνεται ο πολυδυναμικός της χαρακτήρας. Η δημιουργία του πρώτου αφρώδους κρασιού με την παραδοσιακή μέθοδο, από σταφύλια που καλλιεργούνται σε ορεινούς αμπελώνες, έχει κυκλοφορήσει,  και μας έχει πείσει πως για τις ευρείες δυνατότητες της ποικιλίας.

Η Κυδωνίτσα συμμετέχει στην ποικιλιακή σύνθεση του γλυκού οίνου ΠΟΠ Μονεμβασία - Malvasia, μαζί με τις ποικιλίες Μονεμβασιά (κατ’ ελάχιστον 51%), Ασύρτικο και Ασπρούδες.

Explore more